Αλέξης Πανσέληνος | Συνέντευξη στη Λουκία Πλυτά

Αλέξης Πανσέληνος
Συγγραφέας

«Η απερίγραπτη υποκρισία της κοινωνίας, σήμερα, έγκειται στο ότι, έχοντας χάσει κάθε ηθική αξία, καμώνεται την ηθική και υπερασπίζεται τα δικαιώματα όσων τα έχουν για πάντα απωλέσει»

Συνέντευξη στη Λουκία Πλυτά

~~

Κε Πανσέληνε, μιλήστε μας, με τον δικό σας τρόπο, για τον ήρωα «Σπύρο» τού νέου σας βιβλίου, με τίτλο «Λάδι σε καμβά» 2022, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ;

Είναι ένας νέος καλλιτέχνης τής δικιάς μου γενιάς, μαθητής στην ΑΣΚΤ, που θέλει να γίνει ζωγράφος. Το καλοκαίρι του 1966 είναι το τελευταίο ξένοιαστο καλοκαίρι τής ζωής του· το περνά σε ένα νησί φιλοξενούμενος από την οικογένεια ενός παλιότερου ζωγράφου, οικογενειακού φίλου των δικών του, όπου ζει μια ερωτική ιστορία με δυο αδελφές, μια μικρή, 12 ετών, που τον ερωτεύεται και τη μεγαλύτερη από τις δύο, 22 ετών, με την οποία και μπλέκει ερωτικά. Το καλοκαίρι του αυτό τελειώνει βίαια και ξαφνικά, αφήνοντας τραύματα και στον ίδιο και στο μικρότερο από τα δύο κορίτσια. Από τον επόμενο κιόλας χρόνο, το 1967, έρχεται η δικτατορία των συνταγματαρχών και η ζωή του Σπύρου, όπως και των δικών του, αλλάζει δραματικά. Οι συνθήκες, η πολιτική κατάσταση, τα οικονομικά προβλήματα και το τραύμα τού τέλους τής αθωότητας που φέρει μέσα του, χωρίς καλά καλά να το συνειδητοποιεί, τον αναγκάζουν να εγκαταλείψει τη φιλοδοξία του να γίνει ζωγράφος και καταλήγει ένας ματαιωμένος καλλιτέχνης, όπως ο πατέρας του.

Η πολιτική, και το πώς επηρεάζει τις ανθρώπινες ζωές, πρωταγωνιστεί στα βιβλία σας. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως είστε «πολιτικός συγγραφέας»;

Δεν μου αρέσουν οι ετικέτες που μόνο τους κριτικούς και τους δημοσιογράφους εξυπηρετούν «χάριν συντομίας». Δεν είμαι πολιτικός συγγραφέας· είμαι συγγραφέας, σκέτο. Κάποιος που γράφει μυθιστορήματα και τοποθετεί τους ήρωες και τις ιστορίες τους σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, δεν είναι δυνατό να μην αναφέρεται στις γενικότερες συνθήκες τής εποχής – ιδιαίτερα σε μια χώρα σαν τη δική μας, στην οποία η Ιστορία δεν έχει πάψει να αποτελεί ζέουσα πραγματικότητα με καθημερινή εμπλοκή στη ζωή μας (μιλώ για την ελληνική ιδιαιτερότητα που πασχίζει διαρκώς να κατακτήσει μια οικονομική και πολιτική κανονικότητα). Ακόμα και οι συγγραφείς που δεν ασχολούνται με την πραγματικότητα και αυτοί μια πολιτική στάση κρατούν.

Οφείλει ο άνθρωπος, κυρίως προς τον εαυτό του, να είναι πολιτικοποιημένος και τί σημαίνει πολιτικοποιημένος;

Το οφείλει αν θέλει να μην είναι άθυρμα της πραγματικότητας. Πολιτικοποιημένος σημαίνει ενεργός πολίτης, όχι ενταγμένος ειδικά σε ένα συγκεκριμένο κόμμα ή μια ιδεολογία.

Συχνά, κάνετε αναφορές στον εμφύλιο και στην μεταπολεμική Ελλάδα. Θεωρείτε σταθμό στη νεότερη ελληνική ιστορία εκείνη την περίοδο και ίσως μια κοινωνική επανάσταση;

Η περίοδος εκείνη υπήρξε σταθμός, δεν υπάρχει αμφιβολία. Σήμερα, ακόμα κουβαλάμε τις συνέπειες της φοβερής οπισθοδρόμησης που έφερε. Διαιωνίστηκε ο διχασμός, το αίσθημα της εκδίκησης και της αντεκδίκησης, καθυστέρησε η ανάκαμψη της χώρας μετά το τέλος τού πολέμου, νοθεύτηκε σοβαρά ο κοινοβουλευτισμός και η εκδημοκράτιση και φτάσαμε το 1967, την εποχή που ο υπόλοιπος κόσμος αναπτυσσόταν και άλλαζε, να επιστρέφουμε σε νοοτροπίες προπολεμικές. Ακόμα και η πρόσφατη οικονομική κρίση, αντί να μας συνεγείρει σε μια συνολική προσπάθεια για νοικοκύρεμα και ανάκαμψη, έγινε άλλη μια αιτία να αναβιώσει το χάσμα ανάμεσα σε δυο παρατάξεις, «Αριστερά» και «Δεξιά», που έχουν προ πολλού χάσει το νόημά τους – ή πάντως απέκτησαν νόημα πολύ διαφορετικό από εκείνο που είχαν κάποτε.

Πού έγκειται η αδυναμία στις νεότερες γενιές να συνδέσουν τα σημερινά προβλήματά τους με την ιστορία τού τόπου στις δεκαετίες που πέρασαν;

Οι νεότερες γενιές δεν έχουν βιώσει όσα οι πατεράδες και οι μανάδες τους και είναι φυσικό όλα αυτά να μην αποτελούν δικά τους θέματα. Κοιτώντας το μέλλον σχεδιάζουν τη ζωή τους και δεν τους είναι εύκολο να συνειδητοποιήσουν πως τα προβλήματα της ζωής, στον τόπο μας, οφείλονται στις διαρκείς παλινδρομήσεις τής πολιτικής και τής οικονομικής ζωής μας. Αναρωτιούνται γιατί επιτέλους δεν μπορούμε να ξεκολλήσουμε από το τέλμα – δεν έχουν άδικο – και αρνούνται να υιοθετήσουν τη μοιρολατρία των παλιότερων που έχει πληγώσει η πραγματικότητα. Η Ιστορία, δεν τους απασχολεί και δεν τους ενδιαφέρει. Εδώ που τα λέμε, διδάγματα ποτέ δεν αντλήσαμε από αυτήν, είναι ένα κατάστιχο του παρελθόντος που απλώς μας κάνει να επιθυμούμε να μην επαναληφθεί στη διάρκεια της δικής μας ζωής. Βοηθά και η έλλειψη ενδιαφέροντος για τα «κοινά», το κυνήγι τής επιβίωσης, η έκπτωση των ιδεολογιών και η κυριαρχία τής οικονομικής καταδυνάστευσης της ζωής μας.

«Οι ψευδαισθήσεις υπήρξαν για δεκαετίες το φάρμακο με το οποίο θεραπεύαμε την απογοήτευσή μας, αλλά σαν λαό μας οδήγησαν ξανά και ξανά σε χειρότερες απογοητεύσεις και αποτυχίες»

~~

Κε Πανσέληνε, τί απομένει όταν πεθαίνουν οι ψευδαισθήσεις;

Εξαρτάται από τον καθένα. Όσοι είναι δυνατοί, μπορούν να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά την πραγματικότητα. Όσοι δεν είναι, πέφτουν σε εγκατάλειψη και απογοητεύονται. Οι ψευδαισθήσεις υπήρξαν για δεκαετίες το φάρμακο με το οποίο θεραπεύαμε την απογοήτευσή μας, αλλά σαν λαό μάς οδήγησαν ξανά και ξανά σε χειρότερες απογοητεύσεις και αποτυχίες. Μόνο πολύ πρόσφατα έχουμε αρχίσει να βλέπουμε πιο καθαρά την ιστορία μας και τις ευθύνες που έχουμε συλλογικά και ατομικά για όσα έχουν συμβεί. Μόνο πολύ πρόσφατα μπορέσαμε να δούμε την Επανάσταση του ‘21 σαν μια ηττημένη επανάσταση, τον Διχασμό του ’16 σαν ένα καρκίνωμα που προκάλεσε η βασιλεία στον τόπο, τη Μικρασιατική Καταστροφή σαν την τιμωρία της πολιτικής μας αφροσύνης, τις δικτατορίες Μεταξά και Παπαδόπουλου σαν την αποτυχία μιας δημοκρατίας, κατά βάση, ψευδεπίγραφης και την οικονομική κρίση του 2009-2010 σαν την τιμωρία μας για τις καταχρήσεις μιας οικονομίας που ζούσε με δανεικά. Μόνο καθαρίζοντας τις αράχνες των ψευδαισθήσεων – πραγματοποιώντας, ας το πω έτσι, μια συνολική εθνική ψυχανάλυση – μπορούμε να προσπαθήσουμε για ένα καλύτερο μέλλον.

Στο συγκλονιστικό και βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών βιβλίο σας «Ελαφρά ελληνικά τραγούδια» (2018 Μεταίχμιο), περιγράφετε την ανάγκη των ανθρώπων τής αιματοβαμμένης εποχής τού εμφυλίου,  να ξεδώσει, να νιώσει χαρά. Τόσα χρόνια μετά, οι Έλληνες είναι απίστευτα δυστυχείς. Η εποχή των επαναστάσεων έχει περάσει; Και τελικά τί μας συμβαίνει;

Νομίζω πως έχω ήδη περιγράψει τα σκαμπανεβάσματα της ιστορίας και τις παλινδρομήσεις τής πολιτικής ζωής τού τόπου. Έχοντας χάσει – όσοι έχουμε χάσει – τις ψευδαισθήσεις μας, μπορούμε να δούμε την πραγματικότητα πιο ξεκάθαρα. Και η πραγματικότητα σπάνια είναι ρόδινη. Κρίσεις και πόλεμοι και πανδημίες υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα, η ζωή είναι μια αλυσίδα ατυχημάτων, η ευτυχία είναι τα διαλείμματα ανάμεσα σε δυο καταστροφές, αυτή είναι η πραγματικότητα. Οι επαναστάσεις πάντα έλυναν μια σειρά από προβλήματα και στη συνέχεια δημιουργούσαν μια σειρά από καινούργια. Το είδαμε να συμβαίνει και το 1789 και το 1917, για να αναφέρω μόνο δυο από τις πιο σημαδιακές. Όπως γράφει ο Λαμπεντούζα, οι επαναστάσεις «αλλάζουν τα πάντα, για να μην αλλάξει τίποτα». Η ζωή πεθαίνει και ξαναγεννιέται διαρκώς και στο μεσοδιάστημα άτομα και λαοί ελπίζουν, απελπίζονται κι ελπίζουνε ξανά.

Ο Αλμπέρ Καμύ έλεγε πως: «Ο σκοπός τού συγγραφέα είναι να εμποδίσει τον πολιτισμό να καταστρέψει τον εαυτό του». Πείτε μας την άποψή σας;

Ναι, σπουδαία φράση. Ο συγγραφέας, ο ζωγράφος, ο συνθέτης, κρατούν διαρκώς μπρος μας την ομορφιά και κυρίως την αλήθεια, ώστε να μην παρασυρόμαστε εντελώς από το επίκαιρο, το πρόσκαιρο.

«Άλλωστε και η αλήθεια τις πιο πολλές φορές με ψέμα μοιάζει»

~~

Η λογοτεχνία είναι, εν τέλει, μια ψευδής κατασκευή, που όμως λέει την αλήθεια;

Σίγουρα. Άλλωστε και η αλήθεια, τις πιο πολλές φορές, με ψέμα μοιάζει.

Σε τί διαφέρει η «αναγκαία» υποκρισία για την επιβίωση της κοινωνίας τού «τότε» (κατοχή, εμφύλιος, χούντα…), με την απερίγραπτη υποκρισία πολιτικών και κοινωνίας τού «σήμερα»;

Η απερίγραπτη υποκρισία των πολιτικών, σήμερα, έγκειται στο ότι πασχίζουν να πείσουν ότι ελέγχουν τα πράγματα, ενώ η εξουσία έχει προ πολλού εγκαταλείψει την πολιτική και έχει ταυτιστεί με την οικονομία. Η απερίγραπτη υποκρισία τής κοινωνίας, σήμερα, έγκειται στο ότι έχοντας χάσει κάθε ηθική αξία καμώνεται την ηθική και υπερασπίζεται τα δικαιώματα όσων τα έχουν για πάντα απολέσει. Όλες αυτές οι «μέρες» – τής μητέρας, τής γυναίκας, τού παιδιού, κατά τής βίας, κατά των διακρίσεων – είναι τελικά οι μόνες μέσα στον χρόνο στις οποίες θυμόμαστε την ύπαρξή τους. Και η πολιτική ορθότητα, που αν δεν κάνω λάθος από την Αμερική έχει την καταγωγή της, είναι το πέπλο με το οποίο σκεπάζει η κοινωνία την αναλγησία, τις διακρίσεις και την έκπτωση κάθε ηθικής.

Στη μακραίωνη ιστορία του ο Έλληνας έχει ζήσει πάμπολλες περιπέτειες· πιστεύετε πως έμαθε ν’ αναγνωρίζει το συμφέρον του;

Αυτό θα το δούμε στο μέλλον και μάλλον σύντομα.

Ο έρωτας, ποιό ρόλο παίζει στα έργα και στη ζωή σας;

Ο έρωτας είναι η γενεσιουργός πηγή κάθε δημιουργίας και καθορίζει από πολύ νωρίς τη ζωή μας. Είναι και η βασική έμπνευση της τέχνης, είναι και η κινητήρια δύναμη της ζωής τού καθενός μας. Όταν παύουμε να ερωτευόμαστε (αν και δεν ξέρω πότε και αν συμβαίνει τελικά αυτό) παύουμε και να δημιουργούμε.

Η ελευθερία απαιτεί την ωριμότητα;

Απόλυτα. Ανώριμος λαός είναι λαός σκλαβωμένος. Αλλά η ωριμότητα έρχεται μετά από τα πλήγματα, τα τραύματα και τα λάθη μας. Πρέπει κάποια στιγμή να στέκει κανείς και να κάνει τον απολογισμό τής ζωής του. Το ίδιο ισχύει και για έναν λαό.

Πέρα από τη συγγραφή, ποιές άλλες δραστηριότητες έχετε;

Ζω.

Τί δεν αντέχετε;

Τον αριβισμό με όχημα την τέχνη. Την υποκρισία. Τη μισαλλοδοξία.

Τί σας γοητεύει;

Η διαδοχή των εποχών, το αστικό τοπίο και οι γραμμές των βουνών γύρω από την Αττική. Η θάλασσα, που αλλάζει χρώματα κάθε εποχή. Η μουσική.

Τί δημιουργείτε τώρα;

Έχοντας τελειώσει με ένα μυθιστόρημα θα κάνω το συνηθισμένο διάλειμμα διαβάζοντας και βλέποντας τους ανθρώπους που αγαπώ. Είναι ο πιο σίγουρος τρόπος να γεννηθεί ένα καινούργιο βιβλίο στο προσεχές μέλλον.

Λάδι σε Καμβά, 2022-Μεταίχμιο.

Τότε, µέσα της δεκαετίας του ’60, ο κόσµος όλος ήταν όπως εµείς – είκοσι χρονών. Μαζί µε εµάς είχε ξαναγεννηθεί η ζωή, όλα είχαν αλλάξει, ακούγαµε τα νέα τραγούδια που έπαιζαν στις µπουάτ της Πλάκας, τον Τιπούκειτο, την Απανεµιά, το Συµπόσιο, τη Ρουλότα και ένα σωρό άλλες. Αντί για τις ντιζέζ µε τα µικρόφωνα, νέοι τραγουδιστές, κορίτσια και αγόρια που θα µπορούσαν να είναι συµµαθητές µας στη Σχολή, παιδιά κι εκείνα σαν εµάς, µε φωνές απλές, χωρίς στόµφο, έλεγαν τα καινούργια τους τραγούδια πάνω σε στίχους που είχαν καθαρή ποίηση. Το φως µιας επανάστασης αχνόφεγγε, ο παλιός κόσµος βούλιαζε και εµείς, αποµακρυσµένοι από το όλο και πιο απρόσωπο κέντρο της πόλης, κρυµµένοι στις παραµεληµένες γειτονιές της, φέρναµε τον καινούργιο.

~~

Βιογραφικό σημείωμα:

Ο Αλέξης Πανσέληνος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1943. Ο πατέρας και η μητέρα του είναι γνωστοί συγγραφείς τής Γενιάς τού 30. Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή Αθηνών και εργάστηκε ως δικηγόρος με ειδίκευση το ναυτιλιακό δίκαιο. Δημοσίευσε σχετικά αργά το πρώτο του βιβλίο, το 1982 («Ιστορίες με σκύλους», διηγήματα, εκδ. Κέδρος). Ως σήμερα έχουν εκδοθεί άλλος ένας τόμος με διηγήματα («Τέσσερις ελληνικοί φόνοι»), οκτώ μυθιστορήματα, ένας τόμος με δοκίμια και άρθρα και ένας τόμος με προσωπικές σκέψεις σχετικά με το βιβλίο και την ανάγνωση. Το μυθιστόρημά του «Η μεγάλη πομπή» τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος το 1986. Το μυθιστόρημά του «Σκοτεινές επιγραφές» τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού «Διαβάζω» το 2012. Το 2018 το μυθιστόρημα «Ελαφρά ελληνικά τραγούδια» βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Από τα βιβλία του, «Η μεγάλη πομπή» έχει μεταφραστεί, μέχρι σήμερα, στα γαλλικά (Griot) και τα ιταλικά (Crocetti), και η «Ζαΐδα ή Η καμήλα στα χιόνια» γαλλικά (Gallimard), ιταλικά (Crocetti) και γερμανικά (Berlin Verlag). Οι «Σκοτεινές επιγραφές» κυκλοφόρησαν στα Πολωνικά (Kziazkowe Klimaty) και ο «Κουτσός Άγγελος» στις ΗΠΑ (Recitsal Publishing). Το 1997 ήταν η ελληνική υποψηφιότητα για το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας. Το 2021   το Τμήμα ξένων γλωσσών, μετάφρασης και διερμηνείας της Σχολής Ανθρώπινων Επιστημών του Ιονίου Πανεπιστημίου τον αναγόρευσε  Επίτιμο Διδάκτορα και το περιοδικό «Αναγνώστης» του απένειιμε το Μεγάλο Βραβείο για το σύνολο του έργου του.