Τί είναι ο «δομημένος ρεαλισμός» (Μέρος Β΄)

Τί είναι ο «δομημένος ρεαλισμός»

Μέρος Β΄

Αναλύσαμε στο πρώτο μέρος τού εν λόγω δοκιμίου τα συνθετικά συστατικά τού «δομημένου ρεαλισμού». Συμπυκνώνοντας τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού θα υπογραμμίζαμε τα ακόλουθα: α) ο ποιητής/πεζογράφος οφείλει να ερευνά διεξοδικά την εποχή, τα ήθη, τις αιτίες των κοινωνικών διεργασιών, επομένως να πράττει με επιστημονικό τρόπο, προτού λάβει επίσημα θέση γύρω από μία κατάσταση πραγμάτων και γεγονότων, μέσω τής ποίησης ή τής πεζογραφίας, β) κάθε γεγονός που τίθεται στην αναλυτική προ-μελέτη τού δημιουργού, συνεπάγεται όχι την αποστασιοποίηση του δρώντος προσώπου από την ενέργεια που έχει προηγηθεί στον χώρο και τον χώρο, αλλά την κατασκευή μίας τεχνητής γέφυρας μέσω την οποίας ο πνευματικός παραγωγός επιχειρεί να συνδέσει την απόσταση του παρελθόντος με το εκάστοτε παρόν (προφανώς η ολοκληρωτική αναπαραγωγή τού χώρου και τού χρόνου δεν είναι εφικτή, καθώς δεν είναι αυτόπτης μάρτυρας του εκάστοτε περιστατικού, ούτε και της εποχής στην οποία αυτό διαδραματίζεται· ωστόσο, η έρευνα που υποχρεωτικά προηγείται επιτρέπει στον δημιουργό να αναμορφώσει το πλαίσιο πραγματολογικής λειτουργίας προσώπων και καταστάσεων, έως ότου κορυφωθούν στο γεγονός το οποίο περιγράφει στο ποίημα ή/και στο διήγημα), γ) από τη στιγμή κατά την οποία ο ποιητής/πεζογράφος έχει σχεδιάσει τα συστατικά στοιχεία αισθητικής, υφολογικής, γλωσσικής, φιλολογικής κλπ αναφοράς, τότε εισέρχεται στο στάδιο τεχνητής παρέμβασης μέσα από την τεχνοτροπία τού «δομημένου ρεαλισμού». Δεν λειτουργεί στο όνομα του αυθόρμητου και της ευκαιριακής συναισθηματικής έκφρασης, αλλά καταργεί το αυθόρμητο και υιοθετεί την στρατευμένη, συντεταγμένη απάντηση στα ερωτήματα τού παρόντος χρόνου και των αναγκαιοτήτων αυτού, μέσα από συμβολικές περιγραφές καταστάσεων του παρελθόντος, καταστάσεις τα νοήματα των οποίων παραμένουν επίκαιρα και εν πολλοίς αναπάντητα. Επομένως, στο «δομημένο ρεαλισμό» ο πνευματικός δημιουργός δεν περιγράφει, αλλά κατασκευάζει μία ζωντανή εικόνα, τη στιγμή τής κορύφωσής της, έχοντας διευρύνει στη συνείδησή του το πεδίο αιτιακών σχέσεων που προϋπάρχει. Με άλλα λόγια, δεν περιγράφει ένα δεδομένο γεγονός, το οποίο έχει πράγματι συμβεί στο παρελθόν, αλλά μέσα από την οπτική την οποία θα υιοθετήσει θα κληθεί να αναδείξει και να καταδείξει αιτίες και προϋποθέσεις, δ) όταν αρχίσει να συνθέτει το ποίημα ή να δομεί τη διηγηματική αφήγηση, οφείλει να λειτουργεί ως πρόσωπο που βρίσκεται ενώπιον του εξελισσόμενου γεγονότος, είναι δηλαδή παρών στο περιστατικό και η οπτική του μας βοηθά να αναζητήσουμε τα εξωτερικά γνωρίσματα των συμβαλλόμενων μερών. Από τη στιγμή κατά την οποία θα περιγράψει τη δομική σχέση των γεγονότων με τα πρόσωπα ως βιωμένη εμπειρία, θα χρειαστεί να προσαρμόσει τις απαιτήσεις των εικόνων στα πλαίσια τόσο τής ρεαλιστικής αναπαραγωγής, όσο και την αισθητικής προσαρμογής τού λόγου. Επομένως, η χρήση τής γλώσσας οφείλει να λειτουργεί αυτόνομα και όχι ετεροκατευθυνόμενα σε σχέση με τον δημιουργό. Αυτού του είδους η αυτονομία συνεπάγεται υποχρεωτική αποστασιοποίηση του πνευματικού παραγωγού από τον τρόπο σκέψης κι έκφρασης της καθημερινής του ζωής. Μολονότι συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε συγκεκριμένο και επαναλαμβανόμενο λεξιλόγιο καθόλη τη διάρκεια του βίου μας, στον «δομημένο ρεαλισμό» η τεχνοτροπική αντίληψη υποχρεώνει τον δημιουργό να υπερβεί την καθημερινότητα μέσα από την αυτονόμηση των εικόνων (όπως αναφέραμε στο πρώτο μέρος, ένα γεγονός δομείται σε πολλαπλά σχήματα συνεχιζόμενων εικόνων που το σύνολό τους αποτελεί την κορύφωση μίας πράξης),η οποία με τη σειρά της εξαναγκάζει το λεξιλόγιο να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις. Προφανώς, δεν ομιλούμε για τη δημιουργία μίας νέας γλώσσας, ούτε νέων γλωσσικών σχημάτων. Ομιλούμε για την ανανεωμένη αξιοποίηση του γλωσσικού οπλοστασίου και τη νοηματοδότηση στη σειρά των λέξεων, με τέτοιο τρόπο ώστε οι ίδιες οι λέξεις να αποκτούν υπόσταση υλικής δομής στους στίχους των ποιημάτων και στις παραγράφους των πεζογραφημάτων.
  Θα περάσουμε σε δύο παραδείγματα προκειμένου να κατανοήσουμε όλα όσα προηγήθηκαν. Παραθέτω δύο ποιήματα των μελών Λουκά Αναγνωστόπουλου και Λεύκης Σαραντινού. Τα εν λόγω ποιήματα εντάσσονται στον υπό έκδοση τόμο ποιημάτων «Βαρδάρης», την πρώτη ποιητική συλλογή «δομημένου ρεαλισμού» τού Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης. Επρόκειτο για τα ποιήματα «Συνοικία Βαρώνου Χιρς» (Λουκάς Αναγνωστόπουλος) και «το ανάθεμα» (Λεύκη Σαραντινού) το οποίο έλαβε χώρα στο Πεδίον του Άρεως στην Αθήνα στα 1916, συμπεριλαμβάνεται ωστόσο στη συλλογή ως έχοντας αφετηρία τα όσα επακολούθησαν την ανακήρυξη κυβέρνησης «Εθνικής Αμύνης» από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστου ιδίου έτους.    

Συνοικία Βαρώνου Χιρς

7 πρωινή τής 1ης Αυγούστου 1943·
βρίσκομαι τελευταίος σε μία σειρά ανδρών
κρατώντας ανά χείρας το διαβατήριο.
Μπροστά μας, δύο αξιωματικοί των SS
ελέγχουν και σφραγίζουν τα έγγραφα.
Οι γυναίκες, με τα παιδιά στην αγκάλη,
σχηματίζουν άλλη σειρά, στ’ αριστερά μας.
Ησυχία επικρατεί.
Ένας ένας περπατάμε ως την είσοδο του βαγονιού.
Κανείς δεν μιλά. Τίποτα δεν ακούγεται.

Μονάχα λευκά σύννεφα
βλέπω να περνάνε γοργά από πάνω μας,
καθώς στρέφω τα μάτια μου
στον γαλανό ουρανό.

   Στο εν λόγω ποίημα ο Λουκάς Αναγνωστόπουλος όφειλε να ερευνήσει το ζήτημα των Εβραίων τής Θεσσαλονίκης. Εξέτασε τη σχετική βιβλιογραφία, καθώς και το υλικό που είναι προσβάσιμο σε πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. Απευθύνθηκε σε φορείς τής εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης και συγκέντρωσε πλήθος λεπτομερειών για τα δραματικά γεγονότα τής γερμανικής κατοχής και των ιδιαιτεροτήτων τής Θεσσαλονίκης. Σκοπός του ήταν να περιγράψει ένα γεγονός που έλαβε χώρα στην πραγματικότητα και το οποίο σηματοδοτεί μέρος τής τοπικής ιστορίας και της πολιτισμικής μνήμης. Το σύνολο των κριτηρίων τέθηκε σε αναλυτική μέθοδο και εφαρμόστηκε επιστημονική προσέγγιση ως προς τη βάση εξέτασης των δεδομένων. Σταδιακά μετουσίωσε το αρχειακό υλικό σειρά γεγονότων, αυτονομημένων (όχι όμως και ανεξάρτητων) από το σύνολο τής ιστορικής καταγραφής. Αυτά τα γεγονότα τα κορύφωσε σε μία πράξη, στην τελευταία μέρα κατά την οποία αναχώρησαν βαγόνια για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Με την τεχνοτροπία τού «δομημένου ρεαλισμού» συμπύκνωσε τις εικόνες που μεσολαβούν από το ένα γεγονός στο επόμενο, σε μία πράξη, σε μία ενέργεια. Είναι πλέον ο ίδιος ο δημιουργός που εισέρχεται στην ιστορία και την περιγράφει, έχοντας αποκτήσει γνώση. Δεν είναι σε θέση να ανατρέψει τα δεδομένα. Δεν δικάζει, ούτε αθωώνει. Δεν είναι αυτός ο ρόλος του. Στόχος του είναι να κατασκευάσει μία γέφυρα πραγματολογικής αναπαραγωγής τής δεδομένης κατάστασης συμβάντων, παρέχοντας τα συστατικά εκείνα στοιχεία που επιτρέπουν στον αναγνώστη να διακρίνει επίπεδα αιτιών και κοινωνικών αναφορών. Κάθε ενέργεια δίδεται σε πρώτο πρόσωπο. Δεν είναι ο αφηγητής που απλά περιγράφει τη σκηνή ενός δράματος· είναι το πρόσωπο που βιώνει τη στιγμή που συμβαίνει μία πράξη και επαναφέρει στο προσκήνιο την αίσθηση αυτής σε χρόνο ενεστώτα. Όπως παρατηρεί ο αναγνώστης, η τελευταία στροφή «Μονάχα λευκά σύννεφα/βλέπω να περνάνε γοργά από πάνω μας,/καθώς στρέφω τα μάτια μου /στον γαλανό ουρανό», ξεκινά με αφηγηματικό τρόπο και εν πολλοίς αφηρημένο (λευκά σύννεφα/περνάνε γοργά). Επρόκειτο για μία σκηνή η οποία εάν δεν αποκτήσει υλικό-πραγματολογικό χαρακτήρα, καταργεί τον ρεαλισμό και την τεχνοτροπία του. Για το λόγω αυτό, απευθείας το δρων υποκείμενο επεξηγεί «ποιός» ενεργεί και μέσω «ποιού» (στρέφω τα μάτια μου). Ο εν λόγω στίχος είναι η απόληξη του «δομημένου ρεαλισμού», όπως και στους στίχους που προηγήθηκαν.
      Αντίστοιχα, το ποίημα «το ανάθεμα» έχει την εξής δομή:

12η Δεκεμβρίου 1916

Στέκομαι κοντά στον σωρό με τις πέτρες·
μόνο εγώ παραμένω αδρανής και σιωπηλός.
Το πλήθος γύρω μου φωνάζει ρυθμικά:
«Ανάθεμα, ανάθεμα, σταύρωσον αυτόν!»
Δίπλα μου, παρατηρώ, ένα μικρό αγόρι, επτά χρονών,
μια πέτρα χουφτώνει από χάμω,
και με δύναμη τη ρίχνει στον σωρό·
με τη μητέρα στο πλάι να του χαμογελά

    Και στη συγκεκριμένη περίπτωση η συντάκτρια του ποιήματος Λεύκη Σαραντινού, ακολούθησε την επιστημονική μεθοδολογία εξέτασης, κριτικής διάκρισης και αξιοποίησης του υλικού. Εφημερίδες εποχής, βιβλιογραφία και πανεπιστημιακό αρχειακό υλικό χρησιμοποιήθηκε για τη συσσώρευση της πρώτης ύλης. Από το σημείο αυτό κι έπειτα, ακολουθεί η διαδικασία τής αξιολόγησης και της αναπαράστασης μίας εποχής. Σε αυτό το σημείο η δημιουργός όφειλε να διαμορφώσει ένα δομικό σχήμα μέσα από το οποίο θα αναπαραστήσει όχι το γεγονός αυτό καθαυτό, αλλά τα υλικά δεδομένα τής πραγματικότητας, πριν αυτό το γεγονός λάβει χώρα. Επομένως, «το ανάθεμα», αποτελώντας την κορυφή πολλαπλών γεγονότων εμφύλιας διαίρεσης, λειτούργησε ως αφορμή για να ανασκευαστεί μία ολάκερη κοινωνική πραγματικότητα. Έπειτα, αυτονομήθηκε το πεδίο τής γλωσσικής αναπαράστασης και προσαρμόστηκε σε αυτό τής συνθετικής κατασκευής τού γεγονότος. Με άλλα λόγια, οι εικόνες τού ποιήματος και οι λέξεις που το συνοδεύουν ταυτίζονται και αποκτούν νέα σημασιοδότηση στιγμιαία. Προφανώς και οι λέξεις «σωρός» ή «πέτρες» είναι λέξεις που συχνά χρησιμοποιούνται στο λεξιλόγιό μας. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση αποκτούν μία και μόνη σημασία, δίχως να επιδέχονται ερμηνείας, και αυτή η σχέση αποκτά προβάδισμα χάρη στην υλική υπόσταση την οποία επιβάλει η τεχνοτροπία τού «δομημένου ρεαλισμού». Στον 5ο στίχο το ρήμα «παρατηρώ» είναι η απόληξη τής εν λόγω τεχνοτροπίας. Χωρίς την ενέργεια ως μέσο, το δρων υποκείμενο δεν υφίσταται. Οφείλει σε κάθε στιγμή να επιβεβαιώνει την παρουσία του μέσα από πράξεις τη στιγμή που αυτές συμβαίνουν, όχι διαδοχικά η μία πίσω από την άλλη, αλλά σε απόλυτη ταύτιση χρόνου και χώρου.
    Ο «δομημένος ρεαλισμός» απαιτεί απόλυτη αφομοίωση του δρώντος από το γεγονός και την ταυτόχρονη αναπαράσταση του τελευταίου μέσα από τα «μάτια» του δημιουργού. Επομένως, η γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν τού ρεαλισμού, είναι η επιστημονική συγκρότηση μίας νέας διάταξης τής γλώσσας των εικόνων, με εξεταστική οπτική των κοινωνικών αιτιών προέκτασης μίας πράξης.

Αντώνης Ε. Χαριστός  

Προεπισκόπηση εικόνας

*Πίνακας: Robert Harris, A Meeting of the School Trustees (Detail), 1885, oil on canvas, 102.2 x 126.5 cm. Purchased 1886. National Gallery of Canada
πηγή: https://www.gallery.ca/collection/collecting-areas/canadian-art