Κώστας Αρκουδέας | Συνέντευξη στη Λουκία Πλυτά

Τα λάθη παύουν να διαιωνίζονται
όταν παύουν να υπάρχουν οι άνθρωποι που τα διαπράττουν.
Και τώρα δεν είναι αργά / εκδ. Κουκουνάρι

1. Κύριε Αρκουδέα, πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη τού λόγου και τί σας παρότρυνε να το πράξετε;

Μεγάλωσα σε μια πέτρινη μονοκατοικία με φιστικιές στα περίχωρα της Αθήνας, σε μια εποχή που ήταν συνηθισμένο κάτι τέτοιο και εξαιρετικά σπάνιο σήμερα. Με έναν πατέρα που έγραφε τα δικά του και δυο αδελφές που μου διάβαζαν ιστορίες τής παγκόσμιας λογοτεχνίας μέσα από τα Κλασικά Εικονογραφημένα. Ως εκ τούτου, η συγγραφή προέκυψε ως φυσιολογική εξέλιξη. Ένας φίλος μάλιστα, όταν είδε πού έμενα, είπε: «Αν ζούσα εδώ, συγγραφέας θα γινόμουν κι εγώ». Δεκαοχτώ χρονών έκανα την επανάστασή μου και αντί να δώσω εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, σαν «καλό» παιδί, πήρα ένα σακίδιο κι έναν υπνόσακο και ξαμολήθηκα στα νησιά, σαν «κακό» παιδί. Ήθελα να συλλέξω εμπειρίες, να κάνω καινούργιους φίλους, να γευτώ τη ζωή. Διψούσα για ζωή και παραμένω διψασμένος έως σήμερα.

2. Η συγγραφική σας πορεία μετρά σχεδόν σαράντα (40) χρόνια. Η γραφή σας χαρακτηρίζεται ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Μιλήστε μας για τα βιβλία σας;

Αν έχω ένα χαρακτηριστικό ως συγγραφέας είναι πως κανένα βιβλίο μου δεν μοιάζει με το προηγούμενο ή με το επόμενο. Κάθε ένα είναι ξεχωριστό, καθώς κινείται σε διαφορετική περιοχή τής λογοτεχνίας. Για παράδειγμα, «Τα κατά Αιγαίον πάθη» είναι νησιωτικό θρίλερ, το «Ποτέ τον ίδιο δρόμο» μυθιστόρημα περιπλάνησης, «Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του» ιστορικό μυθιστόρημα, «Ο αριθμός του Θεού» επιστημονικό νουάρ, «Παράφορο πάθος» ερωτική ιστορία, και ούτω καθεξής. Τα μόνα βιβλία με κοινά χαρακτηριστικά είναι όσα αποτελούν μέρη από την «Τριλογία της Σκοτεινής Γραφής», ήτοι «Το χαμένο Νόμπελ», το πρώτο μέρος, που αναφέρεται στο παρασκήνιο των βραβείων Νόμπελ και τη μη βράβευση του Νίκου Καζαντζάκη, «Επικίνδυνοι συγγραφείς», δεύτερο μέρος, που έχει θέμα συγγραφείς που λογοκρίθηκαν και απαγορευμένα βιβλία, ενώ έχω σχεδόν ολοκληρώσει το τρίτο μέρος, το οποίο προβλέπεται να κυκλοφορήσει το 2025 και έχει ως θέμα την παρακμή στη λογοτεχνία.

3. Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας; Στη δική σας περίπτωση, τί έρχεται πρώτο όταν γράφετε;

Η έμπνευση έρχεται μια μαγική στιγμή, όπου όλα ακινητοποιούνται. Μέσα σε αυτόν τον μη-χρόνο βλέπεις μια ιδέα πανέμορφη, εντυπωσιακή, να επιπλέει στο κενό και να κατευθύνεται προς το μέρος σου. Η στιγμή τής σύλληψης της ιδέας αυτής είναι πιστεύω η πιο συναρπαστική στιγμή ολόκληρης της συγγραφής. Αν θέλουμε τώρα να δούμε από πού προήλθε η ιδέα αυτή, θα πρέπει να σκάψουμε πολύ βαθιά και νομίζω πως θα μας πάρει πολύ χρόνο. Καλύτερα να το αφήσουμε έτσι, ανερμήνευτο.

4. Ποιό πιστεύετε πως είναι το λιθαράκι που προσθέτετε στο οικοδόμημα που λέγεται λογοτεχνία;

Η πρωτοτυπία. Ακόμα και στα μικρά κείμενα, στα διηγήματα και στις νουβέλες μου, κυριαρχεί το απρόσμενο, το ανατρεπτικό, το απροσδόκητο. Ακούω συχνά να μου λένε πως δυσκολεύονται να με κατηγοριοποιήσουν και να με εντάξουν σε κάποια ομάδα συγγραφέων με κοινά χαρακτηριστικά. Μου λένε πως είμαι «ακατάτακτος» (όχι «ακατάστατος», μιας και τα κείμενά μου έχουν εσωτερική συνοχή) και πως αυτή είναι η αιτία που δεν έχω κατακτήσει κάποιο βραβείο, που δεν έχω καν μπει σε κάποια από τις short lists που κυκλοφορούν ευρέως στη χώρα μας. Ε, λοιπόν, αισθάνομαι περίφημα με αυτή την ιδιομορφία μου. «Ακατάτακτος», τί ωραία λέξη! Και πόσους βαθμούς ελευθερίας παρέχει… Δεν μοιάζω σε κανέναν και κανένας δεν μοιάζει σε μένα. Όσο για τα βιβλία μου, δεν τα φοβάμαι, έχουν γερές ρίζες και αντέχουν στον χρόνο.

5. Τί θέση έχουν οι λέξεις, τα βιωματικά στοιχεία και το συναίσθημα στη γραφή σας;

Ό,τι θέση κατέχει στον άνθρωπο η αναπνοή του. Οι λέξεις, τα βιώματα και το συναίσθημα είναι, εκτός από την ανάσα μας, ο κινητήριος μοχλός τής συγγραφικής μας ζωής. Θα μου επιτρέψετε να παραθέσω εδώ ένα απόσπασμα από τους «Επικίνδυνους συγγραφείς» τού Πάμπλο Νερούδα σχετικά με τις λέξεις: «Ό,τι επιθυμείτε, ναι, κύριε, αλλά οι λέξεις είναι αυτές που τραγουδάνε», σημείωσε στο τετράδιό του. «Πέφτω στα πόδια τους και τις προσκυνώ, τις λέξεις. Τις αγαπάω, τρέχω στο κατόπι τους, τις φτάνω, τις αγκαλιάζω, τις δαγκώνω, τις εξαντλώ από έρωτα. Αγαπάω πολύ τις λέξεις. Τις αναπάντεχες. Αυτές που λαίμαργα περιμένουμε, που εκστατικά ακούμε, μέχρι που ξαφνικά κάνουν μόνες τους την εμφάνισή τους. Λαμποκοπούν σαν πολύτιμες πέτρες, πηδάνε σαν ασημόψαρα, είναι αφρός, νήμα, μέταλλο, δροσιά. Είναι έδεσμα. Τις πιάνω καθώς περνούν βουίζοντας, τις ξεπλένω, τις μαδάω, τις σερβίρω στο πιάτο μου με ένα σωρό καρυκεύματα. Είναι καπνός. Τις αισθάνομαι στα χέρια μου κρυσταλλικές, παλλόμενες, φιλντισένιες, φυτικές, λαδερές, τις αισθάνομαι σαν φύκια, σαν αχάτες, σαν ελιές. Και τότε τις ανακατώνω, τις χτυπάω μέσα σ’ ένα γουδί, τις λειώνω, τις πίνω, τις τρώγω λαίμαργα, ενώ άλλες τις αφήνω απείραχτες, μόνο τις στολίζω και τις απελευθερώνω. Τις αφήνω σαν σταλαχτίτες μέσα στο ποίημά μου, τις αφήνω σαν κομματάκια μελαχρινό ξύλο που άφησε η θύελλα, σαν κάρβουνο που άφησε η φωτιά, σαν συντρίμμια από την τρικυμία της ζωής. Τα πάντα βρίσκονται μέσα στις λέξεις».

Είναι δείγμα παρακμής να αρνείσαι τη ζωή και όσα σου προσφέρει
προκειμένου να αποβάλλεις το αγκάθι τής θνητότητας και τής συνακόλουθης λήθης.
Άμα είσαι μάγκας, κάνε και τα δύο!

6. Η πάσης φύσεως συγγραφή είναι αντίδοτο στο αγκάθι τής θνητότητας και τής συνακόλουθης λήθης;

Θίγετε το ζήτημα της υστεροφημίας, κυρία Πλυτά. Ποιός δεν θα ’θελε να μείνει αθάνατος μέσα από τη ζωή και το έργο του; Ακόμα και οι πλέον ταπεινόφρονες, οι χαμηλών τόνων άνθρωποι που περνούν απαρατήρητοι, δεν θα πουν όχι αν τους δοθεί η ευκαιρία. Ξέρετε, στο τρίτο μέρος τής τριλογίας, που ανέφερα προηγουμένως, εξετάζω τα πέντε σκαλοπάτια τής παρακμής. Το πρώτο σκαλοπάτι είναι εκείνο της υστεροφημίας, αλλά ποιάς υστεροφημίας; εκείνης που παρακάμπτει τη ζωή και στοχεύει στη μεταθανάτια αναγνώριση. Το παράδειγμα που έρχεται στο μυαλό μου είναι ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο οποίος κλείστηκε στο καβούκι του όταν έγινε περίπου σαράντα ετών και μεταβλήθηκε στον Καβάφη των μελλοντικών γενεών. Είναι δείγμα παρακμής να αρνείσαι τη ζωή και όσα σου προσφέρει προκειμένου να αποβάλλεις το αγκάθι τής θνητότητας και τής συνακόλουθης λήθης. Άμα είσαι μάγκας, κάνε και τα δύο!

7. Η ψηφιακή εποχή έχει αλλάξει τους όρους λειτουργίας τής λογοτεχνίας και τής κριτικής;

«Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν», που λέει και το τραγούδι. Ακούω εδώ και τριάντα χρόνια, από τα μέσα τής δεκαετίας τού ’90, για την κυριαρχία τής εικόνας και για την κατάρρευση του βιβλίου. Κι όμως, το βιβλίο αντιστέκεται! Δεν καταλαβαίνει από τεχνολογικές εξελίξεις, ούτε από ψηφιακές εποχές. Ίσα ίσα που τα στρέφει προς όφελός του. Πολλά νέα παιδιά διαβάζουν βιβλία σε ηλεκτρονική πλέον μορφή. Η λογοτεχνία και η κριτική θα εξακολουθήσουν να υφίστανται, έστω και με διαφορετικό πρόσωπο.

Ήμουν στην ομάδα που επέβλεψε το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ
και είδα ανθρώπους να κλαίνε
βλέποντας αυτό το τιτάνιο έργο να πηγαίνει χαμένο.
Είμαστε αυτοκαταστροφική χώρα.

8. Υπάρχει κρατική πολιτική για το βιβλίο στη χώρα μας;

Απουσιάζει παντελώς, σε αντίθεση με γείτονες χώρες, όπως η Τουρκία, που δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στο θέμα αυτό. Στην Ελλάδα κανένας πολιτικός δεν μιλάει για το βιβλίο. Το αποφεύγουν, γιατί και οι ίδιοι δεν διαβάζουν, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Έχουν περάσει στον κόσμο το μήνυμα ότι είναι είδος πολυτελείας, ενώ είναι είδος πρώτης ανάγκης από την πλευρά τής πνευματικής εξέλιξης. Ξέρετε, εργάστηκα για δεκαπέντε χρόνια στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Ήμουν υπεύθυνος για τη λειτουργία τού γραφείου ενημέρωσης κοινού στη Στοά τού Βιβλίου, το διάστημα 1995-2010. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε Στοά τού Βιβλίου, ούτε Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Έκλεισε το 2011 επί υπουργίας Τζαβάρα, διότι υπήρξαν κάποιες υπερβολές και ατασθαλίες. Το ΕΚΕΒΙ, όμως, είχε πίσω του τεράστιο έργο και ήταν εγκληματικό ότι έκλεισε, ενώ θα μπορούσε να αντικατασταθεί η διεύθυνση και το Δ.Σ. και να μειωθεί το μπάτζετ του. Ήμουν στην ομάδα που επέβλεψε το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ και είδα ανθρώπους να κλαίνε βλέποντας αυτό το τιτάνιο έργο να πηγαίνει χαμένο. Είμαστε αυτοκαταστροφική χώρα.

9. Σε τί επίπεδο βρίσκεται ο πνευματικός κόσμος στη χώρα μας και τί προάγει;

Βρίσκεται σε πτώση, σαφώς, αλλά ας μην είμαστε σκληροί και άδικοι μαζί του. Ακολουθεί κι αυτός τη γενικότερη πτώση τής χώρας μετά από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης, μετά τα χαστούκια που λέγονται «πανδημία» και «πόλεμος στην Ευρώπη». Έχω την αίσθηση ότι ψάχνει για λίγη σταθερότητα προκειμένου να ανασυνταχτεί. Στο μεταξύ, η ελληνική λογοτεχνία συνεχίζει να παράγει εξαιρετικά έργα κάθε χρόνο. Σας το λέω υπεύθυνα, καθώς συντονίζω τη Λέσχη Ανάγνωσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και κάθε μήνα έχουμε καλεσμένο έναν Έλληνα συγγραφέα, που μας μιλάει για τα βιβλία του. Είναι κρίμα ότι λόγω έλλειψης στρατηγικής για το βιβλίο, τα έργα αυτά δεν βγαίνουν παραέξω.

10. Στην μακραίωνη ιστορία του ο Έλληνας έχει ζήσει πάμπολλες περιπέτειες, πιστεύετε πως έμαθε ν’ αναγνωρίζει το συμφέρον του;

Βρίσκεται ακόμη σε διαδικασία μάθησης. Ένα από τα διηγήματά μου στη Νόσο της αδράνειας, το πιο εκτενές, έχει τίτλο «Αδηφάγο σαράκι» και θέμα τη διχόνοια από αρχαιοτάτων χρόνων έως σήμερα. Ξεκινά με την οργή του Αχιλλέα που στρέφει τους θεούς εναντίον των Αχαιών και φτάνει στη ρητορική μίσους τής Χρυσής Αυγής. Αν ο Έλληνας μάθαινε να αναγνωρίζει το συμφέρον του θα απομόνωνε όσους σπέρνουν τη διχόνοια και τον διχασμό και θα αγκάλιαζε όσους προτάσσουν την ομόνοια και την αλληλεγγύη. Αν ο Έλληνας απέβαλλε το σαράκι τής διχόνοιας, θα μεγαλουργούσε –το πιστεύω ακράδαντα. Μέχρι να το κάνει, όμως, θα υφίσταται συνεχείς πανωλεθρίες.

11. Γίνονται πολλές αναφορές και λαμβάνονται πολλές αποφάσεις βασισμένες στη λεγόμενη «Ελληνική νοοτροπία». Τελικά, ο Έλληνας προσπαθεί να γνωρίσει ή (και) του επιτρέπεται από τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, να γνωρίσει τί είναι ως λαός ή ως άνθρωπος;

Έχουμε πολλά κουσούρια, αλλά έχουμε κι αυτό το φιλότιμο που δεν έχουν οι άλλοι και μας φέρνει κάπως στα ίσα μας. Εκείνο που στιγματίζει την «Ελληνική νοοτροπία» είναι η έλλειψη αυτοκριτικής. «Η καμήλα την καμπούρα της δεν την κοιτάει», λένε. Είναι ζήτημα παιδείας όλο αυτό. Η κριτική δεν πρέπει να αφορά μονάχα τους άλλους, πρέπει να κατευθύνεται εντός μας. Η αυτοκριτική μάς κάνει λιγότερο εγωιστές, λιγότερο αλαζόνες. Δεν χρειάζεται να βροντοφωνάζουμε ότι είμαστε εμείς αυτά τα θαυμάσια πλάσματα που τα καταφέρνουν στα πάντα. Ας μην τα καταφέρουν σε μερικά, δεν χάθηκε ο κόσμος. Ατελή πλάσματα είμαστε όλοι μας.

12. Το επίπεδο της αβεβαιότητας στην εποχή μας είναι υψηλό σε πολλούς τομείς. Αυτά που ταλανίζουν την ανθρωπότητα είναι πάρα πολλά. Κατά την άποψή σας πόσο επηρεάζει τη συμπεριφορά μας και κατά συνέπεια τη ζωή μας η αβεβαιότητα;

Η αβεβαιότητα είναι καλή για τους καλλιτέχνες, κακή για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι βεβαιότητες και οι πολύ σίγουροι άνθρωποι με τρομάζουν, προσωπικά, με κάνουν να αναρωτιέμαι τί κρύβεται πίσω από την ατσάλινη ασπίδα τους. Οι βεβαιότητες οδηγούν στον εφησυχασμό και την αποχαύνωση. Δημιουργούν την ψευδαίσθηση πως όλα λειτουργούν ρολόι, ενώ στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, στην αμφιβολία ενοικεί η δημιουργία. Η αβεβαιότητα της εποχή μας παρακινεί τους καλλιτέχνες να μπουν στη διακεκαυμένη ζώνη και να καψαλιστούν.

13. Ζούμε σε μια ιδιαίτερα απαιτητική και προβληματική εποχή. Τί σημαίνει να είσαι άντρας σήμερα;

Ο άντρας είχε πάντα τη γυναίκα δίπλα του και δεν βλέπω τί μπορεί να έχει αλλάξει σήμερα. Ακραίες περιπτώσεις υπάρχουν πάντα, μα δεν αποτελούν παρά μια οικτρή μειοψηφία. Η μεγάλη πλειοψηφία των αντρών φέρεται στις γυναίκες με ευγένεια και καλοσύνη, αλλά συχνά η προσοχή τής κοινής γνώμης στρέφεται σε περιπτώσεις με διαταραγμένο ψυχισμό που έχουν διαπράξει κάτι ολέθριο. Θα αντιστρέψω την ερώτηση και θα ρωτήσω τί σημαίνει να είσαι άνθρωπος σήμερα· άνθρωπος που ζει σε μια σύγχρονη κοινωνία. Σημαίνει να συμμετέχεις ισότιμα σε όλα τα οικογενειακά βάρη και ταυτόχρονα να προσφέρεις τον καλύτερό σου εαυτό στο σύνολο των ανθρώπων γύρω σου. Με τη στάση σου και τη δράση σου να βοηθάς την κοινωνία να αναπτυχθεί, να γίνει πληρέστερη, ωριμότερη και σοφότερη.

14. Μπορεί η λογοτεχνία να συμβάλλει στον επαναπροσδιορισμό τού ρόλου τού ανθρώπου;

Μπορεί. Όχι τόσο άμεσα όσο η πολιτική, που εν πολλοίς καθορίζει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά πιο έμμεσα και πιο μακροπρόθεσμα. Πόσες και πόσες φορές δεν έχω ακούσει τη φράση «το βιβλίο σας μου άλλαξε τη ζωή». Εννοούν ότι τους βοήθησε να δουν τον κόσμο με διαφορετικά μάτια, ότι τους άνοιξε κάποιες πόρτες που ήταν μέχρι τότε κλειστές, κλειδωμένες για την ακρίβεια, και τους φανέρωσε το περιεχόμενό τους. Ο επαναπροσδιορισμός που αναφέρατε γίνεται σε βάθος χρόνου και απαιτεί έναν επίπονο διάλογο με τον εαυτό μας. Η λογοτεχνία υποστηρίζει αυτόν τον διάλογο και σε ορισμένες περιπτώσεις τον προκαλεί.

Η ανωριμότητα είναι μια ψυχική φυλακή.

15. Η ελευθερία προϋποθέτει την ωριμότητα;

Κατακτάς την ελευθερία μέσω της ωριμότητας. Είναι έννοιες αλληλένδετες. Η μία προϋποθέτει την άλλη. Αντίθετα, η έλλειψη ωριμότητας είναι μια μορφή σκλαβιάς. Ο ανώριμος υποπίπτει σε συνεχή σφάλματα, κάνει τα ίδια λάθη, οδηγείται συχνά σε αδιέξοδο. Η ανωριμότητα είναι μια ψυχική φυλακή.

16.Τί σας κάνει να αγανακτείτε;

Αγανακτώ με τον συντηρητισμό τής ελληνικής κοινωνίας. Ενώ είμαστε έξω καρδιά, μερακλώνουμε και γλεντάμε με το παραμικρό, εντούτοις έχουμε μέσα μας ένα σκοτεινό σημείο που μας φοβίζει και μας κάνει να κουμπωνόμαστε. Μας τρομάζει το άγνωστο. Προτιμάμε μια λύση που κραυγάζει από μακριά ότι δεν είναι καλή από μια λύση που μπορεί να μας οδηγήσει σε περιοχές που δεν τις γνωρίζουμε. Είμαστε ένα μάλλον άτολμο έθνος. Αν τολμούσαμε περισσότερο, θα είμασταν σε καλύτερη θέση σήμερα.

17. Τί σας προκαλεί τον θαυμασμό;

Τίποτα δεν συγκρίνεται με τον θαυμασμό που μου προκαλεί η επίτευξη ενός σπουδαίου καλλιτεχνικού εγχειρήματος, είτε βιβλίο είναι αυτό είτε τραγούδι είτε ταινία και σειρά είτε κάποιος πίνακας. Μιας και μίλησα για πίνακες, τρελαίνομαι να πλοηγώ σελίδες στο Ίντερνετ με σπουδαίους πίνακες της σύγχρονης ζωγραφικής. Μπορώ να μείνω εκεί μέσα για ώρες και να χάσω την αίσθηση του χρόνου.

18. Τί γράφετε τώρα;

Μόλις ολοκλήρωσα το επόμενο βιβλίο μου, μια νουβέλα που θα κυκλοφορήσει πιθανότατα την ερχόμενη άνοιξη από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Σε έναν κόσμο που μοιάζει με τον δικό μας, αλλά συγχρόνως διαφέρει απ’ αυτόν, ένας συλλέκτης μανιταριών συναντά στο δάσος έναν λύκο. Σε άλλο σημείο τού δάσους, ο μαύρος κόρακας κάθεται στα κλαδιά τής γιγάντιας σεκόγιας και αφηγείται στα πλάσματα του δάσους το πώς οι άνθρωποι και οι λύκοι οδηγήθηκαν σε πόλεμο. Μια υπερβατική ιστορία, μια δυστοπία, ένας συμβολικός μύθος που θίγει αρκετά από τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι, νομίζω, ένα από τα πληρέστερα έργα μου.

Ο άνθρωπος γεννιέται γυμνός, προχωρά αθώος,
μεγαλώνει ένοχος και πεθαίνει αξιοπρεπής ή αναξιοπρεπής.
Το μόνο που θα πάρει μαζί του, σαν τερματίσει τον βίο του, είναι η αξιοπρέπεια.
Τίποτε άλλο.

Χανς Φάλαντα

Βιογραφικό σημείωμα:

Προεπισκόπηση εικόνας

Ο Κώστας Αρκουδέας γεννήθηκε στην Αθήνα. Μετά από πολλές περιπλανήσεις, επέστρεψε στην πρωτεύουσα και εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού, στο οποίο παραμένει μέχρι σήμερα. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών «Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϋ να περιμένει». Στη συνέχεια εξέδωσε την τριλογία «Η πόλη με τα χίλια πρόσωπα» (1987) και το μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένα διηγήματα «Το τραγούδι των τροπικών» (1988). Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Τα κατά Αιγαίον πάθη» (1994), «Ποτέ τον ίδιο δρόμο» (1999), «Ο πειρατής» (2003), «Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του» (2004), «Ο αριθμός του Θεού» (2008) και «Παράφορο πάθος» (2013). Εξέδωσε ακόμα τις νουβέλες «Και πρόσεχε να μην πετρώσεις» (1996), «Και τώρα δεν είναι αργά» (2014), τη συλλογή διηγημάτων «Όλες οι μέρες Κυριακή» (2000), το απάνθισμα μικρών κειμένων «Τα σιγκλάκια» (2010) και το παραμύθι «Η πολύχρωμη σβούρα» (2013). «Το χαμένο Νόμπελ» (2015), «Επικίνδυνοι συγγραφείς» (2019), «Η Νόσος της αδράνειας και άλλες ιστορίες» (2021) είναι οι πιο πρόσφατες δουλειές του.