Καμιά μετάνοια
στον Μιχάλη Κάτσαρη

Κάπου λέει ο Γκοντάρ στην Άννα
ξαπλωμένος μέσα στην Fontana
πως η κάμερα είναι ο πόθος των νεκρών
κι η μανία μου για όλα ήταν
μασημένη σαν ψυχή στα δόντια
τη χρονιά που έγραφες τον «Ρόντια»
και εφάρμοζα ασκήσεις πανικού
ένα απόγευμα στην Άλφα Τρία
τον Νοέμβρη
.
Γκρίζα όρια του Submarino
κι είπαν κάμποσοι το «δεν σε κρίνω»
πλάτη γύρισαν, κοιμήθηκαν κι αρκεί
η θητεία μου σε όλα να ‘ναι
μία θάλασσα και η ναυτία
σ’ ένα πλοίο στα γαλάζια κρύα
ταξιδεύουν οι ζωές – πού παν; – αλλού
πάνω απ’ τις στέγες δυο μπαλόνια
μάς μιμούνται
.
Φτηνό πετρέλαιο καμιά μετάνοια
είν’ η άσφαλτος για την παράνοια
τα σημάδια που αφήνουμε στη γη
το πιο όμορφο τραγούδι είναι
τόσοι άνθρωποι που δεν αντέξαν
και στον τελευταίο γύρο κλέψαν
μια εκφόρτιση σαν φόρτωμα για αλλού
για ένα σπίτι μες στα χιόνια
που τα δίνει
.
Τρέχει το κρασί μες στο νιπτήρα
με στουπί, βενζίνη κι αναπτήρα
είναι δύσκολο να βρίσκεις την αρχή
μέρες που γυρνάνε είναι
με γεμάτο πλαστικό ποτήρι
όταν λέει «πες μου ένα χατίρι
που θα ήθελες πριν ανατιναχθώ»
.
«θα ήθελα να γίνεις χώμα
σαν εμένα»
Πρώτη δημοσίευση, Λογοτεχνικό Δελτίο, τεύχος 22ο, Ιούνιος 2022, Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης
Πίνακας Udslidt or Worn Out or The Martyr, 1889, Brandts Odense, H. A. Brendekilde