Γιώργος Κοζίας – Συνέντευξη στη Λουκία Πλυτά

Χαίρε πουλαράκι, χαίρε καλπασμέ
Χαίρε άγριο άτι πολεμικό
Χαίρε της νιότης κόκκινο ιππικό
Χαίρε η Ελευθερία στου μέλλοντος τις στέπες.

Με αφορμή τα τριάντα οκτώ (38) ποιήματα της τελευταίας ποιητικής συλλογής του Γιώργου Κοζία, «Εξάγγελος», (εκδόσεις «Περισπωμένη», 2021), ποίηση που διακρίνεται από στοιχεία έντονα αφυπνιστικά και ισχυρά αφοπλιστικά.

Ας τον γνωρίσουμε,

-Κύριε Κοζία, πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη τού λόγου και τί σας παρότρυνε να το πράξετε;

Στην έκρηξη της νιότης, όταν οι ονειροφαντασίες, οι δαιμονικές εικόνες μου μεταμορφώθηκαν σε λέξεις.  Μια αναλαμπή τής εφηβείας, η ροκ έξαρση, με οδήγησε στο γράψιμο και οι στίχοι των οραματιστών-προφητικών ποιητών με μάγεψαν. Ακολούθησα τον δρόμο τής ποίησης σαν τρελός. Στην πορεία, η ωριμότητα με έχρισε μύστη στο μυστήριο που περιβάλλει τη θεϊκή αυτή τέχνη.

-Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας;

Ο άνθρωπος και τα πράγματα. Για τα πράγματα μιλάνε: «Πόσες αλήθεια λέξεις σου πήγαν χαμένες. Περιττές. Αμεταχείριστες. Πού να τις πεις; Ποιός να τις θέλει; Ποιός να τις ξέρει;» γράφει η Μέλπω Αξιώτη και οι άνθρωποι, ο καθείς και ο κόσμος του, μοιραίοι και άμοιροι συνάμα, μιλούν με τις σιωπές, κλαίνε από χαρά, γελάνε από λύπη, «σε πιάνει ίλιγγος να κοιτάζεις μέσα τους»· ένα ατελές θαύμα είναι ο άνθρωπος στην εφήμερη τελειότητά του.

-Η ποίηση μπορεί  ν’ αλλάξει τον κόσμο;

Το «εμείς» αλλάζει τον κόσμο. «Κάτω απ’ τον ουρανό είμαστε εμείς τα ψάρια», γράφει ο Σεφέρης. «Εμείς, τη λέμε τη ζωή, την πιάνουμε απ’ τα χέρια», συμπληρώνει ο Ελύτης. Το ποιητικό «εμείς», η κοινή επαναστατική ανατρεπτική γλώσσα, είναι η ελπίδα που θα οδηγήσει την ανθρωπότητα από τον καταναγκασμό στις συνθήκες της ελευθερίας.

-Στην Ελλάδα εκδίδονται κατά μέσο όρο πεντακόσια (500) βιβλία κατ’ έτος. Η μαζική αυτή παραγωγή πλήττει ενδεχομένως την ποιότητα της γραφόμενης ποίησης;

Ουκ εν τω πολλώ το ευ! Βιάζονται οι ποιητές να αρπάξουν τη δόξα, αλλά η ποίηση τούς δείχνει τα οπίσθιά της και ο χρόνος τούς εκδικείται. Δεν το καταλαβαίνουν, βέβαια, στραβωμένοι από την ματαιοδοξία ή δεν θέλουν να αντιληφθούν το τραγικό μέγεθος της τέχνης που υπηρετούν! «Θεέ μου, Αφροδίτη, Ερμή, πάτρωνα του κλέφτη, Δανείστε μου ένα μικρό καπνοπουλειό, ή στρώστε με σ’ όποιο επάγγελμα/Εχτός από το κερατένιο τούτο επάγγελμα του λογοτέχνη,/που όλη την ώρα σου ζητά νά ‘χεις μυαλό», τραγουδάει ο Πάουντ.

-Ποιές συνθήκες της σύγχρονης κοινωνίας επιδρούν στη σχέση ποιητή και κοινού; Γιατί μέσα από τη σχέση αυτή προκύπτει η αναγκαιότητα ύπαρξης του κριτικού;

Παραφράζοντας τον Σκαρίμπα θα έλεγα: «Η καρδιά της λογοτεχνίας δεν χτυπάει ούτε στα νάιτ-κλάμπ, ούτε στα σαλονειακά κουκουβαγεία της Αθήνας». Στον καιρό μας βασιλεύει, βέβαια, η μονοκόκαλη λογοτεχνία, οι μικροαστικές ιδεοληψίες την συντηρούν, οι πολιτικές εξουσίες την επιβάλουν, καθώς και τα συμφέροντα κάποιων εκδοτών, με αποτέλεσμα να μην παράγεται σοβαρή κριτική, αλλά κατευθυνόμενη. «Τα πάντα ως προς την κριτική (εννοώ την ελεύθερη και όχι την κατευθυνόμενη ή τη θετικά ή αρνητικά προδικασμένη) είναι ο διάλογός της με τα κείμενα που διαβάζει» σχολιάζει εύστοχα ο Αλέξης Ζήρας.

-Ο Σεφέρης στις «Δοκιμές» αναφέρει: Ο ρόλος του κριτικού είναι, αν μπορώ να πω, ο ρόλος του ραβδοσκόπου. Βρίσκει μέσα μας τις νέες πηγές ευαισθησίας, τις πηγές που κάνουν τα τέλματα τρεχάμενα νερά. Και η βέργα που κρατάει στα χέρια του δεν είναι η αφηρημένη σκέψη, αλλά η γνωστή τέχνη στην ιστορική στιγμή του. Χρέος του να την κάνει όσο μπορεί πιο αποτελεσματική. Πιστεύετε πως ο κριτικός στις μέρες μας ενώνει την ποίηση με τον απλό καθημερινό άνθρωπο;

«Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές που σιγά σιγά βουλιάζει/και την τέχνη μας την στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε απ’ τα μαλάματα το πρόσωπό της», η απάντηση έρχεται από τον ίδιο τον Σεφέρη. Όχι φιοριτούρες λοιπόν και κούφια λόγια, βαθιά να μπαίνει το μαχαίρι της κριτικής και να δείχνει!

-Πιστεύετε πως υφίσταται στη χώρα μας μια νέα γενιά ποιητών;

Δεν ασχολούμαι με γενιές και τα τοιούτα, μου είναι αδιάφορες αυτού του είδους οι ταξινομήσεις. Πάντα θα υπάρχει η ποίηση και οι ποιητές στις αμμουδιές του Ομήρου και στην κόλαση του Ρεμπώ, άσματα θα γράφουν στο διηνεκές!

Κατά τη γνώμη σας, η σύγχρονη ποίηση μπορεί να καταστεί ανατρεπτική, απέναντι στον κατεστημένο τρόπο ζωής και τις αξίες του;

Τη σύγχρονη ποίηση την βρίσκω ως επί το πλείστον συντηρητική, εγωκεντρική, παθολογικά αυτοαναφορική και επίπεδη. Απουσιάζει το όραμα, η αναζήτηση της ουτοπίας, το κοίταγμα προς το υπερβατικό, ο δρόμος προς το σωτήριον. Πλήττω αφάνταστα με τις οιμωγές των ποιητών για το «εγώ» τους. Όλοι έχουμε ανάγκη από λίγο ουρανό, όλοι θαυμάζουμε τα λαμπερά άστρα. Ο ποιητής οφείλει να είναι υψιπετής.

-Υπάρχει αναγνωστικό κοινό για την ποίηση;

Στραβά κουτσά κάτι υπάρχει. Πλέον, μεγάλο κομμάτι του κοινού τής ποίησης στρέφεται προς την πεζογραφία (κυρίως αστική ηθογραφία), κι αυτό είναι προβληματικό. Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι έχουν πάψει να τραγουδούν, με αποτέλεσμα να αφαιρείται από την ποίηση το μεγάλο της όπλο, να απαγγέλλεται δημόσια, να τραγουδιέται και όχι να διαβάζεται μονότονα κατά μόνας.

Ποιήματά σας έχουν μεταφραστεί και ανθολογηθεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά και αραβικά. Μιλήστε μας για την εμπειρία αυτής της επαφής με τους ξένους εκδότες και το ξενόγλωσσο κοινό.

Στη Βαβέλ των γλωσσών κάποιες μεταφράσεις ποιημάτων μού δίνουν χαρά, ελπίζω σε μια επικοινωνία δυναμική, ουσιαστική, δύσκολα πράγματα αυτά. Όμως, κακά τα ψέματα, άλλο να σε μεταφράζουν κι άλλο να σε ανακαλύπτουν σε μια ξένη γλώσσα.

-Στον «Εξάγγελο», το τελευταίο σας έργο, συνομιλείτε με τους Καβάφη, Σολωμό, Σικελιανό μέχρι τον Σελίν, τον Ρίλκε, τον Τράνστρεμερ, τον Γκρίν, τον Αρσένι Ταρκόφσκι, την Ούρλικε Μάινχοφ. Όμως, ποιά η σχέση σας με τον Σεφέρη και ποιά με τον Μίλτο Σαχτούρη;

Συνομιλώ με τους «νεκρούς» ποιητές σημαίνει διαλέγομαι με τη μνήμη, επαναφέρω στο σήμερα τον κόσμο του χθες, μεταφέρω την τέχνη τους στο ιστορικό παρόν. Για την αφεντιά μου, ο Σαχτούρης αντιπροσωπεύει την εφηβεία και ο Σεφέρης την ωριμότητα.

-Ποιά ανατροπή προσδοκά να επιφέρει ο «Εξάγγελος»;

«Να επιμένεις –αιφνιδιάζοντας το λυκόφως–/κι ακόμη μια φορά να δρέπεις/την άμπελο με όλα της τα στολίδια», γράφω στο ποίημα PARADISO, PARADISO. «Να αντέξεις ως το τέλος φυτεύοντας/την αμυγδαλιά/που κάποτε στις επάλξεις θα ανθίσει…», οι στίχοι από τον «Εξάγγελο».

Κύριε Κοζία, αντλείτε δύναμη από τις μνήμες;         

«Η μνήμη,/κύριο όνομα των θλίψεων,/ενικού αριθμού,/μόνον ενικού αριθμού/και άκλιτη./Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη». Οι στίχοι της Κικής Δημουλά δηλώνουν τη δύναμη της μνήμης. Έχουμε ανάγκη το φθαρτό χρόνο τής μνήμης, που εμείς παράγουμε, αλλά και τη δυναμική τής καθημερινής μνήμης. Δεν γράφουμε ποίηση μόνον για τους απόντες· ζούμε, δημιουργούμε και με τους παρόντες πορευόμαστε.

-Η ποίησή σας είναι ποιητική σπουδή στο ανθρώπινο δράμα, μιλήστε μας γι’ αυτό.

«Ω, δεν αλλάζει ο ρυθμός/αυτού του κούφιου κόσμου/Που πας ψυχή μου με τέτοια ανθρωπότητα; {…} Κουτσό της μοίρας αμαξάκι/που μας πηγαίνεις/κυλώντας, πέφτοντας, τρίζοντας/φριχτά καρούλια στα χέρια των θεών…» με τις αντιθέσεις της, την εξεγερμένη μεταφυσική και τον αιφνίδιο λόγο της, αλλά και τις παλίμψηστες εικόνες, η ποιητική μου είναι σπουδή στο ανθρώπινο δράμα.

Πως κερδίζεται η ζωή;

Με τη δημιουργία· κάθε μέρα ένα λιθαράκι στον άγνωστο θεό, μέχρι, όπως γράφει ο Λευτέρης Πούλιος, «ακόμα κι ένα χαλίκι μπορεί να του πει/με τα άπειρα στόματά του/«καλημέρα σύντροφε»

-Γιατί, κατά τη γνώμη σας, οι άνθρωποι δεν αντιδρούν στην πνευματική κατάπτωση; Από ποιές αυταπάτες διέπονται οι άνθρωποι;

Δυσκολεύονται οι άνθρωποι όλο και πιο πολύ στον τερατώδη κόσμο τής τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Αναζητούν διέξοδο στη μοναξιά, στη μικροαστική ησυχία, στη φιλοζωία, αλλά: «το λουρί-λουρί, το φίμωτρο-φίμωτρο, η ιδιοκτησία-ιδιοκτησία», έρμαια είναι οι άνθρωποι της καπιταλιστικής τυραννίας, υποταγμένοι στην Ουάσιγκτον και στο Κίεβο, μέχρι τη Μόσχα και τη Σαγκάη. Και τι δεν θα έδινα αν μια αυγή αναφωνούσαν: «Το δίκιο ανήκει στον Μαρά!»

Τί σας κάνει να αγανακτείτε;

Πρώτο, και μέγιστο, η κοινωνική αδικία· δεύτερο, η πολιτική βλακεία-η απάτη με το επιτελικό κράτος ή ο άλλος ψευτο-μύθος της «Ευρώπης των λαών»· τρίτον, ο φασισμός, «Όμως έρχεται ο καιρός (στη χώρα μου ήδη έχει φτάσει)/που θα γνωρίσουμε τις μαύρες εξουσίες των ανθρώπων της «κουλτούρας»,/πού ’ναι οι σημερινοί Αντιφασίστες και/είναι οι Πλέον Γνήσιοι Φασίστες…» γράφει ο Pasolini· τέλος, η βίαιη επιβολή του «παγκόσμιου Ντουμπάι», που έλεγε ο ποιητής Αντώνης Ζέρβας.

-Για το φαινόμενο της έξαρσης της βίας τί έχετε να πείτε; Ποιες σκιές μάς περιβάλλουν;

Η βία έχει πολλές μορφές: άλλη η βία τού φασίστα και άλλη η βία μιας εξέγερσης καταπιεσμένων· άλλη η βία που ευαγγελίζεται ο Μπουνιέλ και άλλη η βάρβαρη απάνθρωπη βία της ναζιστικής τέχνης· άλλη η βία του γραφειοκράτη κι άλλη του ντελιβερά. Εξάλλου, η βία, σαν μαμή της ιστορίας, παραμένει ακόμα ζωντανή -ευτυχώς κι εγώ- όπως μας διηγείται ο κ. Κόινερ του Μπρέχτ: «Τη ράχη μου δεν την έχω για σπάσιμο. Εγώ, βλέπεις, πρέπει να ζήσω περισσότερο από τη Βία!»

-Η κοινωνία και η ξέφρενη επέκταση της τεχνολογίας;

«Τα μηχανήματα είναι τέλεια και θα γίνονται ολοένα πιο τέλεια», ισχυρίζεται ο  Καρούζος, «γυρεύει σήμερα η ποίηση ν’ ανταμώσει ο άνθρωπος την ψυχή του κάποτε». Θα το κερδίσει, άραγε, ο άνθρωπος αυτό το αντάμωμα με την ψυχή του; Ίδωμεν!

-Ποια τα μελλοντικά σας σχέδια;

Όσο μου επιτρέπει η ζωή με τις (ανα)δουλειές της κάθομαι και πλάθω απάνω στις εικόνες μου ποιήματα κι ύστερα, με το τροχισμένο τσεκούρι του λόγου, τα λειαίνω, για να μην υποκύψω στον τρόμο που μου γνέφει. Με τα καινούργια ποιήματα ψάχνω να βρω «τι αιώνα κάνει έξω;».

Γιώργος Κοζίας

Ο Γιώργος Κοζίας γεννήθηκε στην Πάτρα το 1958. Σπούδασε βιβλιοθηκονομία και Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Εργάστηκε στον χώρο τού ημερήσιου και περιοδικού Τύπου. Πρωτοδημοσίευσε στα περιοδικά «Το Δέντρο» και «Ευθύνη» το 1983. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: Ζωολογικός κήπος (Στιγμή, 1989), Ο μάρτυρας που δεν υπήρξε (Στιγμή, 1995), Πεδίον ρίψεων (Στιγμή, 2001), Κόσμος χωρίς ταξιδιώτες (Στιγμή, 2007), 41ος Παράλληλος (Στιγμή, 2012), Πολεμώντας υπό σκιάν…, Ελεγεία και σάτιρες (Περισπωμένη, 2017) και Εξάγγελος (Περισπωμένη, 2021). Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί και ανθολογηθεί στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και αραβικά και γερμανικά. Το έργο του παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών «Ποίηση και Μουσική», τον Ιανουάριο του 2009 και στο Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας «Ας μην μας καταβροχθίσουν οι κοριοί», το 2013. Επτά πίνακες, εμπνευσμένοι από την ποίησή του, εκτέθηκαν στο βιβλιοπωλείο Λεμόνι, στην έκθεση της Εύης Τσακνιά «Οι εικόνες πίσω από τις λέξεις» (Οκτώβριος-Νοέμβριος 2010). Επίσης, ποιήματά του έχει μελοποιήσει ο Θάνος Μικρούτσικος, «Έργα για φλάουτο» (WORKS FOR FLUTE) IVONA GLINKA, αφήγηση: Δημήτρης Παπανικολάου, Legend Classics, 2007 και Πέντε κείμενα μετά μουσικής: Η γη τσακισμένο καράβι, ποίηση Γιώργος Κοζίας, William Blake, Αγγελική Καθαρίου- Νέλλη Σεμιτέκολο, Ένας κόσμος χωρίς ταξιδιώτες (Γαβριηλίδης, 2013). Πηγή Βιβλιονέτ και poets.gr

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s